Η κίνηση αυτή θα αποτελούσε παραβίαση του Συντάγματος των ΗΠΑ.
Σύμβουλοι του προέδρου Τζορτζ Μπους, κυρίως ο αντιπρόεδρος Ντικ Τσένι, τάσσονταν υπέρ της θέσης ότι ο αρχηγός του κράτους είχε την δυνατότητα να διατάξει το στρατό να επιχειρήσει στο έδαφος των ΗΠΑ, για να συλλάβει τους άνδρες -που έγιναν γνωστοί ως οι έξι της Λακαουάνα- και να τους μεταχειριστεί ως «εχθρικούς μαχητές», έγραψε η εφημερίδα.
Τελικά ο Μπους απέρριψε την πρόταση, που του είχε υποβληθεί το 2002, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με αξιωματούχους του στρατού.
Οι κείμενοι νόμοι και το Σύνταγμα, ειδικά η 4η τροποποίηση, απαγορεύουν την δράση του στρατού στο εσωτερικό.
Οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπους που τάχθηκαν υπέρ της ανάπτυξης του στρατού επιχειρηματολόγησαν ότι η χρήση του στρατού εναντίον της Αλ Κάιντα θα ήταν νόμιμη διότι υπηρετούσε την εθνική ασφάλεια και όχι την επιβολή του νόμου.
Στις προτάσεις αυτές αντιτάχθηκαν η τότε σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του προέδρου Κοντολίζα Ράις, ο Ρόμπερτ Μιούλερ, τότε διευθυντής του FBI, και ο Μάικλ Τσέρτοφ, τότε στέλεχος του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Τελικά τις συλλήψεις έκανε το FBI.